Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

Κoινή Αγροτική Πολιτική 2014-2020

Εργαλείο ενίσχυσης του καπιταλιστικού χαρακτήρα της γεωργίας
Η αλλαγή «αρχιτεκτονικής» της ΚΑΠ για τη νέα περίοδο θα προκαλέσει σοβαρές ανακατατάξεις στη διάρθρωση των αγροτοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων
Η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ θα επιτείνει την κατανομή των ενισχύσεων προς όφελος των μεγαλοαγροτών και θα επιταχύνει τη συγκεντροποίηση γης και παραγωγής
Λίγες μέρες απομένουν μέχρι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να δώσει στη δημοσιότητα την πλήρη πρόταση για την εφαρμογή της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ, περιόδου 2014-2020, κυρίως σε ό,τι αφορά τις ανακατανομές στο ύψος των επιδοτήσεων που λαμβάνουν οι αγροτοκτηνοτρόφοι σε όλη τη χώρα.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η συγκυβέρνηση θα επενδύσει στην υπομόχλευση αντιθέσεων ανάμεσα στους παραγωγούς διαφορετικών προϊόντων και περιοχών, με στόχο να «περάσει» ευκολότερα ένα από τα βασικά εργαλεία, στα οποία τα επόμενα χρόνια θα στηριχτεί η παραπέρα καπιταλιστικοποίηση της αγροτικής οικονομίας και η συγκεντροποίηση γης και παραγωγής. Μ' αυτό το σκοπό, η νέα ΚΑΠ θα επιφέρει μεγάλη ανακατανομή εισοδήματος από τους πιο μικρούς - από άποψη κλήρου και εισοδήματος - αγροτοκτηνοτρόφους προς τους πιο ισχυρούς.
Η «νέα αρχιτεκτονική», που υιοθετείται από το νέο μοντέλο, ενισχύει ακριβώς αυτήν την πολιτική επιδίωξη, καθώς η λογική της «περιφερειακής σύγκλισης» και η κατάργηση των μέχρι σήμερα «ιστορικών δικαιωμάτων», παράλληλα με τα υπόλοιπα μέτρα δήθεν «περιβαλλοντικού» χαρακτήρα, είναι στην ουσία μέτρα που ενισχύουν την οικονομική μεγέθυνση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ενώ παράλληλα μειώνουν τον απόλυτο αριθμό τους.
«Περιφερειακή σύγκλιση»
Κατ' αρχήν, ο όρος «περιφερειακή σύγκλιση» σημαίνει πρακτικά την ανακατανομή των κονδυλίων της ΚΑΠ μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ, αλλά και μεταξύ περιφερειών στο εσωτερικό των κρατών - μελών, με το επιχείρημα ότι έτσι θα μειωθούν οι εισοδηματικές αποκλίσεις. Για παράδειγμα, οι επιδοτήσεις που θα λάβει η Λετονία το 2020 θα είναι υπερδιπλάσιες εκείνων που έλαβε το 2013 (+106,69%, σε σταθερές τιμές έτους 2011), ενώ η Ελλάδα θα λάβει μειωμένες επιδοτήσεις κατά 12,15%.
Οι άλλες χώρες που ευνοούνται από το νέο καθεστώς και θα δουν αύξηση των κονδυλίων των άμεσων ενισχύσεων είναι η Εσθονία (67,42%), η Ρουμανία (50,51%) η Βουλγαρία (37,27%) και η Λιθουανία (36,02%). Διψήφια ποσοστά μειώσεων εκτός από την Ελλάδα καταγράφονται επίσης στη Γαλλία (-12,72%), στη Γερμανία (-14,26%), στην Ιταλία (-15,23%), στη Δανία (-16,07%), στο Βέλγιο (-17,82%) και την Ολλανδία (-18,42%).
Αντίστοιχα, η «εσωτερική σύγκλιση» προωθείται στο όνομα της άρσης της ανομοιόμορφης κατανομής των ενισχύσεων στο εσωτερικό της χώρας και της μέσης αξίας της ενιαίας ενίσχυσης, μεταξύ των Περιφερειών και Νομών. Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο που κατέθεσε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης στις Βρυξέλλες, η Ελλάδα χωρίζεται σε τρεις Περιφέρειες, οι οποίες ορίζονται βάσει του τύπου των εκμεταλλεύσεων. Δηλαδή στους βοσκότοπους, στις γεωργικές εκτάσεις πολυετών καλλιεργειών και στις γεωργικές εκτάσεις ετήσιων καλλιεργειών.
Σε βάθος τετραετίας, αρχής γενομένης από το 2015, οι ενισχύσεις των παραγωγών θα συγκλίνουν προοδευτικά σε μία ενιαία τιμή εντός της ίδιας περιφέρειας. Με απλά λόγια, σε κάθε περιφέρεια θα τεθεί μία συγκεκριμένη τιμή ενίσχυσης - «αξιοπρεπές επίπεδο στήριξης, ώστε να αποφευχθεί η εγκατάλειψη», αναφέρει το υπουργείο - που θα χορηγείται οριζόντια σε όλους τους παραγωγούς, βάσει μίας ετήσιας ισόποσης πρόσθεσης ή αφαίρεσης κονδυλίων.
Το πώς θα γίνει αυτή η ανακατανομή ακόμη δεν έχει γίνει γνωστό. Αναμένεται όμως να δοθεί το πλήρες σχέδιο στη δημοσιότητα τις αμέσως επόμενες μέρες, ώστε το αργότερο μέχρι τα τέλη Ιούλη να έχει ολοκληρωθεί η «δημόσια διαβούλευση» και να κατατεθούν οι οριστικές προτάσεις της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σήμερα η Κρήτη λαμβάνει 628 ευρώ ανά εκτάριο, η Πελοπόννησος 436, η Θεσσαλία 388, η Δ. Μακεδονία 244 και η Ηπειρος 188.

Καταργεί τα «ιστορικά δικαιώματα»
Η «εσωτερική σύγκλιση» σημαίνει ταυτόχρονα κατάργηση του εφαρμοζόμενου μέχρι σήμερα μοντέλου καταβολής των άμεσων ενισχύσεων, που υπολογίζονταν βάσει των λεγόμενων «ιστορικών δικαιωμάτων». Με τον όρο «ιστορικά δικαίωμα» εννοούμε τις στρεμματικές επιδοτήσεις που καθιερώθηκαν από το 2006 και ισχύουν ως δικαιώματα ανά εκτάριο, ανάλογα με το τι καλλιεργούσε και τι επιδοτήσεις έπαιρνε το διάστημα 2000-2002 ο κάθε παραγωγός. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η επιδότηση μέχρι σήμερα κυμαινόταν στα αμπέλια 300-350 ευρώ/στρέμμα, στις ελιές 150 ευρώ/στρέμμα και στο βαμβάκι 90-100 ευρώ/στρέμμα.
Το «μοντέλο» αυτό πλέον καταργείται, με την εφαρμογή της «περιφερειοποίησης» των επιδοτήσεων. Πρακτικά, αν ολόκληρη η Επικράτεια θεωρηθεί μία περιφέρεια, η επιδότηση για τους γεωργούς, ανεξαρτήτως καλλιέργειας, υπολογίζεται ότι θα αντιστοιχεί περί τα 40 ευρώ/στρέμμα και στους κτηνοτρόφους 25 ευρώ/στρέμμα από 52 ευρώ/στρέμμα που ισχύει κατά μέσον όρο σήμερα.
Η νέα ΚΑΠ θα εξειδικευθεί ανά τομέα με την ψήφιση των ειδικών κανονισμών και καθεστώτων που διέπουν το κάθε προϊόν. Ομως, είναι βέβαιο ότι, πρώτον, η κατάργηση των «ιστορικών δικαιωμάτων»και, δεύτερον, η απόδοση του 30% των συνολικών κονδυλίων σε «περιβαλλοντικές» δράσεις, θα επιφέρουν νέο πλήγμα στο ήδη κατακρημνισμένο εισόδημα του φτωχού αγρότη.
Η νέα ΚΑΠ προβλέπει επίσης ότι για την επίτευξη της «εσωτερικής σύγκλισης», η μείωση για τον κάθε παραγωγό δεν μπορεί να ξεπερνά το 30% όσων χρημάτων λαμβάνει μέχρι τώρα. Ωστόσο, για ορισμένες καλλιέργειες, όπου η επιδότηση σήμερα είναι πολύ «υψηλή» σε σχέση με το προτεινόμενο μοντέλο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η μείωση αυτή θα φτάσει στο μέγιστο προβλεπόμενο ποσοστό.
Περισσότερες ακαλλιέργητες εκτάσεις 
Τέλος, να αναφέρουμε ότι η νέα ΚΑΠ προβλέπει την υποχρεωτική δέσμευση του 30% του συνολικού ποσού των επιδοτήσεων, για την ενίσχυση διαφόρων ειδών «γεωργοπεριβαλλοντικών» μέτρων. Παρά τον ισχυρισμό του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης ότι αυτά τα ποσά θα ενσωματωθούν με κάποιον τρόπο στη βασική ενίσχυση, μένει να το δούμε στην πράξη. Ωστόσο, το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής παραγωγικής αγροτικής γης θα μένει ακαλλιέργητη, όταν η χώρα μας είναι ελλειμματική σε μια σειρά κατηγορίες τροφίμων και αγροτικών προϊόντων και εξαρτάται από τις εισαγωγές για την κάλυψη των αναγκών της, δεν αλλάζει.
Σε σχέση λοιπόν με το λεγόμενο πρασίνισμα της ΚΑΠ προβλέπεται:
  • Διαφοροποίηση καλλιεργειών στις αρόσιμες εκτάσεις, όπου οι παραγωγοί με εκμεταλλεύσεις άνω των 100 στρεμμάτων - σύμφωνα με την αρχική πρόταση της Ελλάδας που ακόμη δεν έχει εγκριθεί - θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον δυο διαφορετικές καλλιέργειες και η κύρια καλλιέργειά τους να μην υπερβαίνει το 75% της συνολικής έκτασης.
  • Διατήρηση περιοχής «οικολογικής εστίασης» 5% επί του συνόλου των εκμεταλλεύσεων, για εκτάσεις μεγαλύτερες των 150 στρεμμάτων, γη δηλαδή που παραμένει ακαλλιέργητη.
  • Διατήρηση μονίμων βοσκοτόπων, που σημαίνει ότι γεωργοί που δηλώνουν βοσκότοπο ή λιβάδι δεν θα μπορούν να το μετατρέψουν σε αρόσιμη ή άλλου είδους έκταση.



Μειωμένα κονδύλια σε απόλυτους αριθμούς
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία (όπως καταγράφονται στο κείμενο «Ανάλυση Προτάσεων και Σεναρίων Κατανομής των Αμεσων Ενισχύσεων», ΠΑΣΕΓΕΣ, Φλεβάρης 2014) τα κονδύλια της νέας ΚΑΠ θα είναι αισθητά μειωμένα σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Σύμφωνα με την πολιτική συμφωνία που επετεύχθη στις Βρυξέλλες για το λεγόμενο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, οι πόροι που προβλέπονται για την ευρωπαϊκή γεωργία περιορίζονται το 2020 στο 36,1% του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ, σε σχέση με το 44,3% του 2007. Δηλαδή, μείωση της τάξεως των 8 και πλέον ποσοστιαίων μονάδων.
Ειδικά για την Ελλάδα, τα κονδύλια των άμεσων ενισχύσεων για την περίοδο 2014-2020 μειώνονται κατά 837 εκατ. ευρώ και διαμορφώνονται συνολικά στα 13,866 δισ. ευρώ από 14,703 δισ. που ήταν την περίοδο 2007-2013, μείωση δηλαδή της τάξης του 5,7% περίπου. Μειωμένα είναι ταυτόχρονα και τα κονδύλια για την «αγροτική ανάπτυξη» - λεγόμενος Δεύτερος Πυλώνας - καθώς τη νέα περίοδο μειώνονται κατά 234 εκατ. ευρώ και διαμορφώνονται στα 3,729 δισ. ευρώ από 3,963 δισ. που ήταν την προηγούμενη επταετία. Μείωση δηλαδή κατά 5,9% περίπου.
Εχει επίσης αξία να αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία που αφορούν τη μέχρι σήμερα κατανομή των άμεσων ενισχύσεων στην ΕΕ και στη χώρα μας. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Επιτροπής, οι αγρότες στην ΕΕ-27 με ενισχύσεις έως 5.000 ευρώ το 2011, οι οποίοι αποτελούν το 77,3% του συνολικού αριθμού, εισέπραξαν μόλις το 15,5% των ενισχύσεων, ενώ οι δικαιούχοι με ενισχύσεις άνω των 150.000 ευρώ, που αποτελούν μόλις το 0,2% του συνολικού αριθμού, εισέπραξαν το 10,7% των ενισχύσεων.
Στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος των παραγωγών εισπράττει ποσά μικρότερα των 5.000 ευρώ.Σύμφωνα με στοιχεία του 2012, ενισχύσεις μέχρι αυτό το όριο έλαβε το 80% των Ελλήνων γεωργών, δηλαδή το 39% της συνολικής αξίας των άμεσων ενισχύσεων. Αντίθετα, περισσότερα από 20.000 ευρώ εισπράττει μόλις το 1,3% των παραγωγών, που αντιστοιχεί στο 14% του συνόλου των άμεσων πληρωμών. Το υπόλοιπο ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού της χώρας λαμβάνει επιδοτήσεις από 5.000 μέχρι 20.000 ευρώ.