Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Μαζική εξαθλίωση για τα λαϊκά νοικοκυριά

Συμπιεσμένο στα 5.023 ευρώ το στατιστικό «κατώφλι» για τα εισοδήματα του 2012 (έναντι 7.178 ευρώ το 2009)



Το βάθεμα και η εξάπλωση της φτώχειας σε ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα των λαϊκών στρωμάτων καταγράφονται στην «Ερευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών» της ΕΛΣΤΑΤ για τα εισοδήματα του έτους 2012.Σημειωτέον, καθώς τα στοιχεία της έρευνας προσδιορίζονται με βάση τα κριτήρια και τους δείκτες στο πλαίσιο της Στρατηγικής της ΕΕ «Ευρώπη 2020», τα ποσοστά της επίσημης φτώχειας έχουν μόνο σχετική σημασία, αφού οι «φτωχοί» χαρακτηρίζονται μόνο σε σχέση με τους «άλλους». Το κατώφλι της φτώχειας υπολογίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού εισοδήματος των νοικοκυριών, ορισμός που εξαρχής εξαλείφει τη ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου εκατομμυρίων λαϊκών οικογενειών.
Επιπλέον, στη στατιστική έρευνα δεν περιλαμβάνονται τα τμήματα του πληθυσμού που έχουν «από χέρι» το τεκμήριο της απόλυτης φτώχειας και εξαθλίωσης, όπως είναι οι αποκαλούμενοι «παράνομοι» μετανάστες, οι Ρομά, οι άστεγοι και άλλες κατηγορίες.


Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας:

-- Το κατώφλι της φτώχειας (εισοδήματα 2012) διαμορφώνεται στα 5.023 ευρώ το χρόνο ανά άτομο, από 5.708 ευρώ για το 2011, 6.591 ευρώ για το 2010 και 7.178 ευρώ για το 2009. Αντίστοιχα συμπιέζονται και τα στατιστικά κατώφλια μέτρησης της επίσημης φτώχειας για τα 4μελή νοικοκυριά (2 ενήλικες και 2 παιδιά κάτω από 14 ετών): 10.547 ευρώ για το 2012 (2011: 11.986 ευρώ, 2010: 13.842 ευρώ, 2009: 15.073 ευρώ). Ετσι, στην 4ετία 2009 - 2012, η βάση υπολογισμού της επίσημης της φτώχειας συμπιέστηκε περίπου κατά 30%. Στην πραγματικότητα, το ποσοστό αυτό απηχεί τη συρρίκνωση του λαϊκού εισοδήματος, σε όλες τις κατηγορίες του πληθυσμού («φτωχού» και «μη φτωχού»).
-- Παρά και τη συνεχιζόμενη συμπίεση στη βάση μέτρησης, το ποσοστό του πληθυσμού σε «κίνδυνο φτώχειας» διαμορφώθηκε στο 23,1%, στο ίδιο επίπεδο με αυτά του έτους 2001 και έναντι 19,7% το 2009. Για το 2011 και στη βάση των παραπάνω υπολογισμών, τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 892.763 και τα μέλη τους σε 2.529.005.
-- Το 44,3% του πληθυσμού θα κατατασσόταν ως εκτεθειμένο σε «κίνδυνο φτώχειας» με βάση τις συνθήκες του έτους 2008.
-- Ο πληθυσμός που βρίσκεται σε «κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό» εμφανίζεται στο 35,7%, ή περίπου 3,9 εκατ. άτομα (από 34,6% το 2011 και 31% το 2010). Για τον υπολογισμό του συγκεκριμένου δείκτη παίρνονται υπόψη και παράγοντες όπως η στέρηση τουλάχιστον τεσσάρων από 9 βασικά αγαθά και υπηρεσίες. Στη λίστα των κρατών της ΕΕ, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση, με πρώτη τη Βουλγαρία (48%).
-- Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά μέχρι 17 χρόνων φτάνει στο 28,8%. Στις γυναίκες φτάνει το 23,8% και στους άνδρες το 22,4%. Ενδεικτικό για την ακολουθούμενη μεθοδολογία είναι το γεγονός ότι τα ποσοστά φτώχειας στα άτομα ηλικίας πάνω από 65 χρόνων εμφανίζονται μειωμένα στο 15,1%, από 23,6% το 2010. Ο λόγος είναι ότι μειώθηκαν οι συντάξεις για ποσά πάνω από τα 1.000 ευρώ, χωρίς αντίστοιχη «προσαρμογή» στα χαμηλότερα ποσά, εξέλιξη που έκλεισε την ψαλίδα υπολογισμού της σχετικής φτώχειας. Στατιστικά αδιάφορο περνά το γεγονός ότι καταργήθηκαν η 13η και η 14η σύνταξη, καθώς αφορά όλους ανεξαιρέτως τους συνταξιούχους.
Συνθήκες διαβίωσης
 
Διατροφή: Το 41,5% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη μέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας.
Θέρμανση: Το ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει οικονομική αδυναμία να έχει «ικανοποιητική θέρμανση» φτάνει σε 29,4%, το οποίο απογειώνεται σε 48,6% για το φτωχό πληθυσμό.
Καταναλωτικά δάνεια: Το 44% του συνολικού πληθυσμού δηλώνει ότι «δυσκολεύεται πάρα πολύ» στην αποπληρωμή των δόσεων.
Εκτακτες δαπάνες: Το 47,5% δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε «έκτακτες αλλά αναγκαίες δαπάνες» ύψους 5.500 ευρώ.

Εξαγγελίες για το περιβόητο «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα»

 
Στο πλαίσιο διαχείρισης των ακραίων φαινομένων φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, η συγκυβέρνηση παρουσιάζει σήμερα το πρόγραμμα για το περιβόητο «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα». Χαρακτηριστικά, στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού του 2015 επισημαίνεται ότι «για την καθολική εφαρμογή του προγράμματος σε εθνικό επίπεδο, οι πιστώσεις αναμένεται να καλυφθούν από πόρους που θα προέλθουν αποκλειστικά από τη συνολική αναμόρφωση του συστήματος Κοινωνικής Πρόνοιας στη χώρα». Ομολογείται, δηλαδή, ότι το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα» ουσιαστικά θα αποτελέσει μηχανισμό για νέες περικοπές στα υποτυπώδη κοινωνικά επιδόματα που έχουν απομείνει.